Κυριακή 24 Δεκεμβρίου 2017

Όμορφα Χριστούγεννα να έχουμε
με την ελπίδα  να καταλάβουμε  
ότι η ευτυχία μας περνάει  μέσα από την ευτυχία των άλλων
και όχι μέσα από την δυστυχία τους. 
Ας μάθουμε επιτέλους να δίνουμε,χωρίς να το διαφημίζουμε...
από υλικά αγαθά μεχρι αισθήματα...μοιραστείτε,αγαπήστε...

Καλά Χριστούγεννα με ΥΓΕΙΑ, ΑΓΑΠΗ, ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ, ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ

Χριστούγεννα στην Ελλάδα

Η ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

Επιστροφή στις αγαπημένες γεύσεις του παραδοσιακού γιορτινού εδεσματολογίου, που μεταφέρθηκε από γενιά σε γενιά. Πόσο μακριά απέχουν τα Χριστούγεννα του Νεοέλληνα από τις γιορτές των παππούδων του! Ωστόσο, οι στενεμένοι καιροί αλλά και η τάση της επιστροφής στη γαστρονομία της παράδοσης είναι η καλύτερη ευκαιρία για να ανακαλύψουμε ξανά τη νοστιμιά του χοιρινού, της κοτόσουπας, της σπιτικής γιορτινής βασιλόπιτας, του χριστόψωμου και των γλυκών των προγόνων μας. 

 

Το έθιμο των χοιροσφαγίων 

Το σφάξιμο του χοίρου του σιτευτού, που κάθε οικογένεια ανατρέφει με ιδιαίτερη επιμέλεια, ταΐζοντάς τον αλεσμένο καλαμπόκι, πίτουρο, ζεστό νερό κι αλάτι ήταν σίγουρα το πιο γενικευμένο έθιμο σε όλη την Ελλάδα, με ρίζες που κρατούν από την αρχαιότητα. 
Γιατί ο χοίρος αυτός δεν ήταν μόνο ευκαιρία για τρικούβερτο γλέντι, αλλά και το κρέας που θα συντηρούσε για έναν ολόκληρο χρόνο την οικογένεια, ενώ από το δέρμα του έφτιαχναν ακόμη και παπούτσια, τα «γουρνοτσάρουχα» όπως τα έλεγαν στη Θεσσαλία. Ενα μέρος από το φρέσκο κρέας γινόταν παστό και με τα εντόσθιά του ετοίμαζαν τις γιορτινές λιχουδιές: Πηχτή, τσιλαδιές (ό,τι μένει από το σιγανό λιώσιμο του λίπους στα καζάνια), σύγλινα και ομαθιές στην Κρήτη, λουκάνικα, σύβραση με πράσα, σούπα αλλά και κοψίδια στη θράκα. Πολύ διαδεδομένη σε όλη την Ελλάδα είναι και η συνταγή του μαγειρευτού χοιρινού με σέλινο. Το χοιρινό μαγειρεύεται επίσης παραδοσιακά ψητό στον φούρνο, κοκκινιστό με πιλάφι, τηγανιά με ρίγανη και κοκκινοπίπερο και με αγριόχορτα. Το έθιμο των χοιροσφαγίων διατηρήθηκε στην Ελλάδα μέχρι το ’40, όταν σταμάτησε τις δύσκολες μέρες του Πολέμου. Το έθιμο της γαλοπούλας ήταν συνηθισμένο μόνο στα ελληνικά αστικά κέντρα Παλιότερα, όμως, από την Κρήτη ώς τη Μακεδονία, το φαγητό που έτρωγε η οικογένεια όταν επέστρεφε από τη βραδινή λειτουργία ήταν η κοτόσουπα.

Το ψωμί του Χριστού «Χριστοκουλούρα», «Κουλούρα», «Σταυροψώμι», «Ψωμί του Χριστού», «Βλάχες», «Σταυροί». Διαφορετικά ονόματα για ένα τελετουργικό ψωμί. Σε κάποιες περιοχές, το χριστόψωμο κόβεται στο δείπνο της παραμονής και συνοδεύεται πάντα από νηστίσιμα ντολμαδάκια (που αναπαριστούν τον Χριστό στα σπάργανα). Στη Σπάρτη το πλάθουν σε σχήμα σταυρού. Στη Στερεά, ο ιερέας περνά από τα σπίτια για να το ευλογήσει, ενώ στην Κορινθία η νοικοκυρά το φουσκώνει μόνο σε άσπρη λεκάνη κάνοντας το σταυρό της και λέγοντας ευχές. Στα Επτάνησα, όλη μαζί η οικογένεια ακουμπά το χριστόψωμο και κατευθύνεται προς το τζάκι όπου ο νοικοκύρης ρίχνει λάδι ή κρασί στη φωτιά.

 

Τα Χριστούγεννα στον ελληνικό παραδοσιακό πολιτισμό Πολυμέρου-Καμηλάκη, Αικατερίνη  διευθύντρια του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών


Το 378 για πρώτη φορά γιορτάστηκαν στην Κωνσταντινούπολη ως αυτοτελής γιορτή

Το Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων αντικατέστησε πιθανότατα αρχαιοελληνικές ή ρωμαϊκές γιορτές, όπως τα Σατουρνάλια, τα Κρόνια κ.ά., συνδεδεμένες με τις χειμερινές τροπές του ήλιου (το χειμερινό ηλιοστάσιο στις 22 Δεκεμβρίου). Περιλαμβάνει τις ημέρες από την παραμονή των Χριστουγέννων (24 Δεκεμβρίου) έως την παραμονή των Θεοφανείων (5 Ιανουαρίου). Έτσι, είναι φυσικό, οι χριστιανικές γιορτές, όπως είναι η Γέννηση του Χριστού, η εορτή του Αγίου Βασιλείου, η Περιτομή και η Βάπτιση να έχουν συνδεθεί με ειδωλολατρικές συνήθειες που αποσκοπούσαν στον εξευμενισμό των δαιμονικών όντων και στην ευετηρία (καλοχρονιά).

Κύριο χαρακτηριστικό των ημερών αυτών είναι οι αγερμοί (κάλαντα) από μικρούς και μεγάλους, οι μεταμφιέσεις, οι προληπτικές ενέργειες για το καλό της χρονιάς κ.ά.

Τα χοιροσφάγια

Μια χαρακτηριστική εκδήλωση των Χριστουγέννων είναι τα χοιροσφάγια, με θυσιαστικό χαρακτήρα, απήχηση αρχαίων εξιλαστήριων και καθαρτήριων θυσιών που συνοδεύονται από μαγικές και δεισιδαιμονικές πράξεις, όπως τα μαντέματα. Οι Ρωμαίοι στην εορτή των Βρουμαλίων στο τέλος του έτους θυσίαζαν χοίρους στον Κρόνο και τη Δήμητρα. Ο χοίρος είναι πιθανότατα μία ενσάρκωση του βλαστικού και γονιμικού δαίμονα, είτε επειδή καταστρέφει τη βλάστηση είτε και εξαιτίας της πολυτοκίας του. Στον παραδοσιακό πολιτισμό η λατρεία είναι ενσωματωμένη στην αγροτική οικονομία. Η εκτροφή του χοίρου εξασφαλίζει στην οικογένεια κρέας και λίπος για ολόκληρη τη χρονιά. Δεν ήταν δύσκολο να διατηρούν από ένα χοίρο σε κάθε σπίτι καθώς ασχολούνταν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία και είχαν να τον ταϊσουν σιτηρά, τυρόγαλο, βελανίδια και αποφάγια αντί να τα πετάνε. Για τη σφαγή ακολουθούνταν ιδιαίτερη εθιμοτυπία καθώς γινόταν με ειδικό μαυρομάνικο μαχαίρι και θύτης ήταν ο αρχηγός της οικογένειας. Από το αίμα του ζώου έγραφαν ένα σταυρό στο μέτωπο των μικρών παιδιών για τον πονοκέφαλο. Κάρφωναν το ρύγχος του χοίρου στον τοίχο ή πάνω από την πόρτα για να διώχνει τους καλικαντζάρους. Από τη σπλήνα και το συκώτι του μάντευαν το μέλλον της οικογένειας. Έπειτα μαζεύονταν στα σπίτια και δοκίμαζαν τους χοιρινούς μεζέδες και παρασκεύαζαν τα λουκάνικα, τα απάκια και τα σύγλινα. Ιδιαίτερα φιλανθρωπικό χαρακτήρα αλληλεγγύης προς τον συνάνθρωπο είχε η συνήθεια να στέλνουν «τα σκουτελικά για ψυχικό» δηλαδή καλάθια με δώρα, κυρίως φαγώσιμα.

Τα Χριστούγεννα και τα έθιμά τους


Η γιορτή των γενεθλίων του Χριστού θεσπίστηκε στις 25 Δεκεμβρίου από τους Χριστιανούς και ο εορτασμός της επεκτάθηκε σταδιακά σε όλο το ρωμαϊκό κράτος, ανατολικό και δυτικό. 
   Στόχος τους ήταν να παραμερίσουν τον περσικό θεό Μίθρα, θεό του ήλιου και του φωτός. Η μέρα των γενεθλίων του «το Γενέθλιον του αήττητου Ήλιου» γιορταζόταν στις 25 του Δεκέμβρη. Η γιορτή αυτή συνδυαζόταν με τα Σατουρνάλια, παλιά αγροτική γιορτή που έγινε μία από τις σπουδαιότερες γιορτές των Ρωμαίων και γιορταζόταν από τις 17 έως τις 23 Δεκεμβρίου.
   Ο σύνδεσμος του Χριστού με τον ήλιο φανερώνεται και στην υμνογραφία των Χριστουγέννων: «Ανέτειλας, Χριστέ, εκ Παρθένου, νοητέ Ήλιε της Δικαιοσύνης». 
  Η γέννηση του Χριστού γιορταζόταν αρχικά στις 6 Ιανουαρίου, μαζί με τη βάπτιση. Το 378 για πρώτη φορά γιορτάστηκαν στην Κωνσταντινούπολη τα Χριστούγεννα ως αυτοτελής γιορτή. προάγγελος των Χριστουγέννων είναι οι ομάδες των παιδιών που τραγουδούν τα κάλαντα. αρχίζοντας με την εξιστόρηση της γέννησης του Χριστού, συνεχίζουν με παινέματα για το σπίτι και τους σπιτικούς και τελειώνουν ζητώντας πλούσιο φιλοδώρημα.

Στο Ζαγόρι της Ηπείρου για παράδειγμα, ξημερώνοντας Χριστούγεννα, κάνουν τα «σπάργανα», τηγανίτες με πολλά καρύδια επάνω που συνηθίζουν να προσφέρουν σε όσους επισκέπτονται λεχώνα. Το Δωδεκαημέρου που μεσολαβεί ανάμεσα στη γέννηση και τη βάπτιση του Χριστού είναι μια ιδιαίτερη χρονική περίοδος. Αν για τα μικρά αβάπτιστα παιδιά και τις λεχώνες παίρνονται ιδιαίτερες προφυλάξεις για να τα προστατεύσουν καθώς είναι ευάλωτα στις επιβουλές και συνάμα επικίνδυνα, ο χρόνος που μεσολαβεί ως τη βάπτιση του Χριστού είναι χρόνος αταξίας που αφορά ολόκληρη την παραδοσιακή κοινωνία.

Τα Χριστούγεννα αποτελούν οικογενειακή γιορτή, που συγκεντρώνει τα μέλη της οικογένειας γύρω από το κοινό τραπέζι, όπου θα κόψουν το χριστόψωμο, στολισμένο με καρύδια και σχέδια από ζυμάρι. Στη Μακεδονία και αλλού τα Χριστούγεννα μαγείρευαν ντολμαδάκια (σαρμάδες) με λάχανο και κρέας χοιρινό, συνοδευμένο με σέλινο, πράσο ή σπανάκι, ενώ σε άλλες περιοχές έσφαζαν κότα και έφτιαχναν σούπα. Η γαλοπούλα είναι νεώτερη συνήθεια στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι.

Τα κάλαντα των Χριστουγέννων

 


Τα κάλαντα είναι τραγούδια που λέγονται από ομάδες παιδιών ή ενηλίκων στους δρόμους ή τα σπίτια με φιλοδώρημα. Πήραν το όνομά τους από τη γιορτή των Καλενδών του ρωμαϊκού ημερολογίου. Την παραμονή των Χριστουγέννων παιδιά ή άντρες γυρνούσαν από σπίτι σε σπίτι κι έλεγαν τα κάλαντα. Στη Χίο το βράδυ της παραμονής ομάδες παιδιών ή άντρες γύριζαν στα σπίτια με τύμπανα και φλογέρες ή με μουσική και έψαλλαν τα Χριστουγεννιάτικα κάλαντα.

Στην περιοχή Κοζάνης κρατούσαν ένα ξύλο μήκους μισού μέτρου και σχήματος Τ (την τζομπανίκα) για να χτυπούν τις πόρτες και ένα τροβά (υφαντό σακούλι για τα δώρα). Οι νοικοκυρές τους «φιλεύουν» μήλα, σύκα, καρύδια, κάστανα, κουλουράκια (κολιαντίνες), αβγά, χρήματα κ.ά.

Στην Ήπειρο τραγουδούσαν:

Κόλιαντα , μπάμπω, κόλιαντα,

Και μένα κολιαντίνα

Κι αν δεν μου δώσεις

Κι αν δεν μου δώσης κόλιαντα,,

Δώσ' μας την θυγατέρα σ'.

-Τι την θέλεις, τη δική μου θυγατέρα

-Να την φιλώ να την τσιμπώ

να με ζεσταίνει το βράδυ

Φέρτε μας τα κόλιαντα,

Τι μας πήρ' η μέρα.

Η μέρα μερουλίζει

Το πουλί τσουρίζει.

Η γάτα νιαουρίζει,

Ο Χριστός γεννιέται,

Γεννιέται και βαφτίζεται

Στους ουρανούς απάνω.

Οι άγγελοι χαίρουνται

Και τα δαιμόνια σκάνουν (=σκάνε)

Σκαίνουν και πλαντάζουν

Τα σίδερα δαγκάνουν

Το χριστουγεννιάτικο δέντρο

Το χριστουγεννιάτικο δέντρο φαίνεται ότι εμφανίστηκε στη νεώτερη Ελλάδα την εποχή του Όθωνα. Βέβαια μόνο ύστερα από τον τελευταίο πόλεμο εκλαϊκεύτηκε και αγαπήθηκε ως χριστουγεννιάτικο στολίδι. Είναι γερμανικό και σκανδιναβικό έθιμο και από εκείνους τους λαούς το έμαθαν και οι άλλοι. Η χρήση πράσινων κλαδιών αειθαλών δένδρων υπήρχε και στις αρχαίες γιορτές των «δεντροφοριών» και στις ρωμαϊκές και βυζαντινές καλένδες. Το δέντρο με τα αναβλαστικά σχήματα και το πράσινο χρώμα ήταν πάντα ένα σύμβολο ζωής. Όσον αφορά το στολισμένο καραβάκι τα παιδιά των νησιών και των παραθαλασσίων περιοχών τραγουδούσαν τα κάλαντα κρατώντας φωτισμένα καράβια σαν φαναράκια. Στην Ηπειρωτική και Ορεινή Ελλάδα κρατούσαν επίσης φανάρι, μια εκκλησία, ένα ομοίωμα της αγιας-Σοφιάς.

Οι καλικάντζαροι


Οι καλικάντζαροι έρχονταν την παραμονή των Χριστουγέννων και έφευγαν τα Θεοφάνεια. Έχουν διάφορες ονομασίες: Λυκοκαντζαραίοι, σκαρικατζέρια, καρκατζέλια, πλανήταροι (Κύπρος), Κάηδες (Σύμη), καλλισπούδηδες, χρυσαφεντάδοι (Πόντος), κωλοβελόνηδες, παρωρίτες ή παραωρίτες (πριν από το λάλημα του πετεινού), παγανά. Με παρεμφερή ονόματα υπάρχουν οι καλικάντζαροι και στους βαλκανικούς λαούς. Και στους άλλους χριστιανικούς λαούς εμφανίζονται δοξασίες για δαιμονικά όντα κατά το Δωδεκαήμερο: Λυκάνθρωποι, Στρίγγλες, Μάγισσες, Νόρνες. Συμβολίζουν το σκοτάδι και ζουν όλο το χρόνο στα έγκατα της γης, προσπαθώντας να κόψουν το δέντρο που βαστάει τη γη. Όταν είναι πολύ κοντά να το πετύχουν, την παραμονή των Χριστουγέννων ανεβαίνουν στη γη δημιουργώντας προβλήματα στους ανθρώπους. Η πίστη για τους καλικαντζάρους ως δαιμονικών όντων που ζουν κάτω από τη γη στηρίζεται στην κοσμοθεωρία περί ακινησίας της γης. Μένουν ανάμεσα στους ανθρώπους δώδεκα ημέρες ως την παραμονή των Φώτων αφήνοντας στην ησυχία του το δέντρο της Ζωής να αναβλαστήσει. Ο λαός τους φαντάζεται μαύρους και άσχημους, κουτσούς, ψηλούς με μάτια κόκκινα, πόδια τραγίσια και σώμα τριχωτό. Οι άνθρωποι προσπαθούσαν να τους εξουδετερώσουν με διάφορους τρόπους και κυριότερα με τη φωτιά, η οποία καίει συνεχώς στο τζάκι όλο το Δωδεκαήμερο. Διάλεγαν ένα κούτσουρο («δωδεκαμερίτης», «χριστόξυλο») και μάλιστα από αγκαθωτό δέντρο. Με τη στάχτη του ράντιζαν το σπίτι ξημερώματα παραμονής Θεοφανείων τρέποντας σε φυγή τα δαιμόνια.

Σύμφωνα με μια παράδοση: «Οι Λυκοκαντζαραίοι έρχονται από τη γης αποκάτου. Ούλο το χρόνο πελεκάν με τα τσεκούρια να κόψουν το δέντρο που βαστάει τη γης. Κόβουν κόβουν όσο που μενέσκει λιγάκι ακόμα ως μια κλωνά άκοπο, και λεν «χάισε να πάμε, και θα πέση μοναχό του». Και στα νησιά φτάνουν οι καλικάντζαροι. Με το καράβι τους. Κάνουν ζημιές: Χύνουν το νερό, τ' αλεύρι, κατουρούν τη στάχτη. Γι αυτό και βάζουν στη φωτιά ρείκια, αλάτι, που κάνουν κρότο, ή ρίχνουν κανένα πετσί να βρωμάει».

Ο λαός πιστεύει ότι Καλικάντζαροι γίνονται όσοι γεννιούνται το Δωδεκαήμερο, γιατί έχουν συλληφθεί την ίδια μέρα με το Χριστό. Θέλουν να κάνουν κακό στους ανθρώπους. Είναι άσκημοι, κουτσοί, εριστικοί, ανόητοι γιατί δεν βοηθά ο ένας τον άλλον και για το λόγο αυτό είναι αναποτελεσματικοί στο να κάνουν κακό. Όσους περπατούσαν τη νύχτα έξω τους ανάγκαζαν να χορέψουν μαζί τους (είναι χαρακτηριστικό το παραμύθι με τη Μάρω που γύριζε από το μύλο τη νύχτα). Οι μυλωνάδες που εργάζονταν στο μύλο, ο οποίος ήταν συνήθως χτισμένος σε μέρος μακριά από τον καθαγιασμένο χώρο του οικισμού δίπλα σε ποτάμι, είχαν πάρε δώσε με καλικαντζάρους. Τα Φώτα όλα τα πονηρά πνεύματα φεύγουν με τον αγιασμό..

Το «Χριστόξυλο»

Κλαδιά δέντρων, ανάλογα με την περίσταση, χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια της χρονιάς για στολισμό, επίτευξη γονιμότητας, αποτροπή επιβλαβών ζωυφίων, προστασία από τη βασκανία και γενικά για ευεργετική επίδραση σε ανθρώπους, ζώα και κτήματα. Έτσι η ελιά σύμβολο μακροβιότητας, γονιμότητας και ευτυχίας εξαιτίας του αειθαλλούς της φυλλώματος και του εξαιρετικά θρεπτικού και υγιεινού καρπού της, χρησιμοποιήθηκε και εξακολουθεί να έχει την μεγαλύτερη χρήση στα χαρακτηριστικά περάσματα του ανθρώπινου κύκλου της ζωής (από τη γέννηση ως το θάνατο), αλλά και στον κύκλο του χρόνου (από τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά, την Πρωτομαγιά). Αλλά και το πουρνάρι (δρυς, δέντρο), η καρυδιά, η κρανιά, η μηλιά κ.ά. χρησιμοποιούνται εθιμικά για τον αποχρωματισμένο τελετουργικά στολισμό των σπιτιών κατά τη διάρκεια του χρόνου. Στη Χίο το βράδυ της παραμονής ομάδες παιδιών ή άντρες γύριζαν στα σπίτια με τύμπανα και φλογέρες ή με μουσική και έψαλλαν τα Χριστουγεννιάτικα κάλαντα.

 

Παραδοσιακά έθιμα επιβιώνουν στα ελληνικά χωριά και αντιστέκονται στους... αγγλοσαξονικούς εορτασμούς ΕΛΛΗ ΙΣΜΑΗΛΙΔΟΥ


Στολισμένα βαυαρικά έλατα με λαμπερά φωτάκια. Βρετανικά κάλαντα μεταφρασμένα κακήν κακώς στα ελληνικά. Και ο Αμερικανός Αγιος Βασίλης ντυμένος σαν φιγούρα από διαφημιστικό της Coca-Cola να τραγουδάει «χο, χο, χο». 


 

Στα Ραγκουτσάρια της Καστοριάς ολόκληρη η πόλη μασκαρεύεται και οι καρναβαλιστές κυκλοφορούν στην πόλη χορεύοντας και τραγουδώντας 
 

Οσο και αν απολαμβάνουμε τη σύγχρονη χριστουγεννιάτικη (υπο)κουλτούρα, παραμένει γεγονός ότι οι γιορτές στις ελληνικές πόλεις δεν έχουν σχεδόν τίποτε το... ελληνικό. Τη στιγμή που τα παραδοσιακά έθιμα της χώρας μας έχουν σχεδόν εκλείψει στις πόλεις, υπάρχουν ακόμη ελληνικά χωριά όπου επιβιώνουν χριστουγεννιάτικες και πρωτοχρονιάτικες συνήθειες που διαφυλάσσουν την παράδοση του λαού μας εδώ και αιώνες. Πόσοι από εμάς ωστόσο τις γνωρίζουμε;
«Τα παραδοσιακά έθιμα συνδέονταν περισσότερο με τη φύση, είχαν χαρακτήρα λατρευτικό και στόχους που απέβλεπαν στην αποτροπή των ασθενειών,στη γονιμότητα και στην επιτυχία της σοδειάς. O σύγχρονος τρόπος ζωής στις μεγάλες πόλεις ήταν αναμενόμενο ότι θα οδηγούσε σε εξάλειψη τις περισσότερες από αυτές τις παραδόσεις.Δεν είναι τυχαίοάλλωστεότι τα μόνα έθιμα που επεβίωσαν έχουν χαρακτήρα κοινωνικό:συγκεντρωνόμαστε γύρω από το τραπέζι για να φάμε και να κοινωνικοποιηθούμε. Είναι ένα σημείο συνοχής» σχολιάζει μιλώντας στο «Βήμα» η κυρία Κατερίνα Πολυμέρου-Καμηλάκη, διευθύντρια του Κέντρου Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών. «Υπάρχουν ακόμη περιοχές όπου επιβιώνουν παραδοσιακά έθιμα, αρκεί κανείς να έχει τη διάθεση να συνδεθεί με την τοπική κοινωνία για να τα ανακαλύψει» προσθέτει η κυρία Πολυμέρου-Καμηλάκη.
Αν κι εσείς αγαπάτε την ελληνική παράδοση, επισκεφθείτε τις παρακάτω περιοχές και είναι σίγουρο ότι θα συναντήσετε τοπικά έθιμα που δεν έχουν εξοβελιστεί από το κύμα των εμπορευματοποιημένων Χριστουγέννων. Κάποια από αυτά εκδηλώνονται σε οργανωμένη μορφή από τους κατά τόπους δήμους, όπως για παράδειγμα οι γιορτές μεταμφιέσεων στη Δυτική Ελλάδα που συγκεντρώνουν μεγάλο αριθμό τουριστών απ΄ όλη τη χώρα. Αλλα είναι λιγότερο ορατά και οργανωμένα, κρυμμένα στην καθημερινότητα των φιλόξενων ντόπιων, αλλά γι΄ αυτό ακριβώς και πιο γοητευτικά.
1 Μεταμφιέσεις και χοροί 

   Αν και στις πόλεις μεταμφιεζόμαστε στα Καρναβάλια, σε πολλά χωριά της Ελλάδας οι μεγαλύτερες γιορτές μεταμφιέσεων γίνονται στο δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων! Φουστανελοφόροι και άλλοι μεταμφιεσμένοι με παραδοσιακές φορεσιές εμφανίζονται στα Γρεβενά και στην Ελασσόνα την Πρωτοχρονιά, στη Σιάτιστα τα Θεοφάνια και στην Καστοριά στις 6-8 Ιανουαρίου. Ειδικότερα τα Ραγκουτσάρια της Καστοριάς αποτελούν μια ξέφρενη γιορτή πανελλαδικής φήμης, όπου ολόκληρη η πόλη μασκαρεύεται φορώντας αλλοπρόσαλλα παλιά ρούχα. Οι καρναβαλιστές κυκλοφορούν στην πόλη χορεύοντας και τραγουδώντας, ενώ συχνά συνοδεύονται από ορχήστρες με χάλκινα και τύμπανα. 

2 Γουρουνοχαρά και χοιροσφάγια 

   Αν και το σύγχρονο χριστουγεννιάτικο τραπέζι περιέχει γαλοπούλα, το παραδοσιακό μενού βασιζόταν στο... χοιρινό. Ετσι, η σφαγή του χριστουγεννιάτικου χοίρου κατείχε πάντα θέση τελετουργικού για την ελληνική οικογένεια, ενώ ειδικότερα στη Θεσσαλία η λεγόμενη «γουρουνοχαρά» αποτελούσε τη σημαντικότερη γιορτή, η οποία προετοιμαζόταν ήδη από το καλοκαίρι. Στις μέρες μας τα «χοιροσφάγια» διασώζονται σε ορισμένα χωριά της Θεσσαλίας, της Φθιώτιδας, καθώς και στην Κρήτη, όπου ο χοίρος αξιοποιείται μέχρι τελευταίου... γραμμαρίου. Το λίπος λιώνεται και χρησιμοποιείται στη μαγειρική, ενώ παράλληλα παρασκευάζουν κάθε είδους «πειρασμούς»: λουκάνικα, απάκια, ομαθιές και σύγλινα. 
3 Ρόδι, ποδαρικό και... κολόνιες
   Στα χωριά όλης της Ελλάδας επιβιώνουν έθιμα που σχετίζονται με την υποδοχή του νέου έτους και την «καλοτυχία» που προσπαθούν να προσελκύσουν οι άνθρωποι για τη νέα χρονιά. Η είσοδος στο σπίτι με το δεξί την Πρωτοχρονιά διατηρείται σε πολλές γωνιές της Ελλάδας, ενώ ειδικότερα στα χωριά της Πελοποννήσου το σπάσιμο του ροδιού στην πόρτα ακόμη και σήμερα συνηθίζεται ως ένα μέσο προστασίας του σπιτιού από τα κακά πνεύματα. Στην Κεφαλλονιά, από την άλλη, λίγοι ντόπιοι εξακολουθούν να κυκλοφορούν το βράδυ της Πρωτοχρονιάς κρατώντας μπουκαλάκια κολόνιες και... ραντίζοντας ο ένας τον άλλον, ανταλλάσσοντας ταυτόχρονα ευχές για το νέο έτος.
4 Το χριστόψωμο κερδίζει τη βασιλόπιτα 

  Αν και στις πόλεις το βασικό γλυκό των εορτών είναι η βασιλόπιτα, στα χωριά την πρωταγωνιστική θέση κατέχει το χριστόψωμο. Πρόκειται για ένα στρογγυλό γλυκό ψωμί, που διακοσμείται με έναν σταυρό από ζυμάρι και με εικόνες από την αγροτική και την κτηνοτροφική ζωή. Στην παράδοση των Σαρακατσάνων ανήκει και η «τρανή χριστοκουλούρα», ενώ στη Δυτική Μακεδονία μπορείτε ακόμη και σήμερα να βρείτε τις «κολιαντίνες», μικρά χριστόψωμα για τα παιδιά που λένε τα κάλαντα. Στην Κρήτη μάλιστα οι γυναίκες τραγουδούν καθώς ζυμώνουν το χριστόψωμο: «Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει». Παραλλαγή του χριστόψωμου είναι και τα «σπάργανα», τηγανίτες με πολλά καρύδια που παρασκευάζουν στο Ζαγόρι της Ηπείρου και συνηθίζουν να τα προσφέρουν σε όσους επισκέπτονται οποιαδήποτε λεχώνα τα Χριστούγεννα.

 

Παραδοσιακά Χριστουγεννιάτικα έθιμα

Το αναμμένο πουρνάρι, το τάισμα της βρύσης, ο έθιμο της Καμήλας, έθιμα από κάθε γωνιά της χώρας. Μην χάσεις την ευκαιρία να τα παρακολουθήσεις αν βρεθείς τις γιορτές σε κάποιο από τα παρακάτω χωριά. Πόλεις και χωρία σ’ όλη τη χώρα έχουν στολιστεί και περιμένουν να γιορτάσουν τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. Ιδιαίτερο χρώμα όμως δίνουν οι παραδόσεις και τα έθιμα που αναβιώνουν κάθε χρόνο σε όλες τις γωνιές της χώρας.

Το αναμμένο πουρνάρι Αν βρεθείς σ’ ένα από τα χωριά της Άρτας ή των Ιωαννίνων τις μέρες των γιορτών θα δεις ν’ αναβιώνει το έθιμο των αναμένων πουρναριών. Όλοι κρατούν στα χέρια τους ένα κλαδί από πουρνάρι όταν πηγαίνουν επισκέψεις στα σπίτι. Στο δρόμο το ανάβουν και το πηγαίνουν αναμμένο στο σπίτι, γεμίζοντας έτσι τους δρόμους από μικρές κινούμενες φωτιές.

Το έθιμο στα Γιάννενα έχει μια μικρή παραλλαγή. Ο κόσμος κρατά στα χέρια του μια χούφτα δαφνόφυλλα που τα πετά στο τζάκι μόλις μπει στο σπίτι και καλημερίσει. Μόλις πάρουν φωτιά κι αρχίζουν να καίγονται τότε λένε την εξής ευχή: «Αρνιά, κατσίκια, νύφες και γαμπρούς!»

Το τάϊσμα της βρύσης Το έθιμο κρατά πολλά χρόνια στα χωριά της Θεσσαλίας και αναβιώνει κάθε Χριστούγεννα. Τα κορίτσια ξυπνούν από τα χαράματα και πηγαίνουν στην κοντινή βρύση για να κλέψουν ” το άκραντο νερό”(το ονομάζουν έτσι γιατί δεν μιλούν στη διάρκεια της διαδρομής). Αλείφουν τις βρύσες του χωριού με μέλι και βούτυρο με την ευχή όπως θα τρέχει το γλυκό νερό, έτσι να τρέχει και η τύχη στο σπιτικό τους. Μόλις φτάσουν ταΐζουν τη βρύση με λιχουδιές, και μάλιστα λέγεται ότι όποια κοπέλα φτάσει πρώτη, θα είναι και η πιο τυχερή. Μετά ρίχνουν στη στάμνα τους ένα βατόμουρο και τρία χαλίκια, κλέβουν το νερό κι επιστρέφουν σπίτι. Εκεί πίνει όλη η οικογένεια και ραντίζουν τις τέσσερις γωνιές του σπιτιού, σκορπώντας στο σπίτι και τα χαλίκια της στάμνας.

Τα Πρωτοχρονιάτικα Μπαμπαλιούρια Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς αναβιώνουν κάθε χρόνο στη Λάρισα τα Μπαμπαλιούρια, ένα έθιμο που έχει τις ρίζες του στις Διονυσιακές γιορτές. Οι άντρες φορούν τη στολή του Μπαμπαλούρη, ένα μάλλινο παντελόνι δηλαδή, ένα πουκάμισο λευκό, τσαρούχια και μια ζώνη γεμάτη κουδούνια. Το πρόσωπό τους είναι καλυμμένο από μια μάσκα από προβιά ζώου, τη λεγόμενη φουλίνα. Τα Μπαμπαλούρια λοιπόν ξεχύνονται στις εκκλησίες και περιμένουν να τελειώσει η λειτουργία για να βγει ο κόσμος. Κρατούν ένα κουμπαρά και δεν αφήνουν κανέναν να περάσει αν δεν προσφέρει χρήματα. Μετά την εκκλησία, τα Μπαμπαλούρια ξεχύνονται στους δρόμους μέχρι το βράδυ, κάνοντας θόρυβο με τα κουδούνια τους για να διώξουν τα κακά πνεύματα.

Το έθιμο της Καμήλας Κάθε χρόνο, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς τα μέλη του πολιτιστικού συλλόγου Καβακλή των Κουφαλίων Θεσσαλονίκης ξεχύνονται στους δρόμους της πόλης για το έθιμο της καμήλας. Δεν λένε τα κάλαντα όπως όλοι, αλλά μεταμφιέζονται σε καμήλες και φωνάζουν δυνατά διάφορα συνθήματα. Σκοπός τους είναι να παραπλανήσουν τους στρατιώτες του Ηρώδη που ψάχνουν να βρουν το νεογέννητο Ιησού, ώστε να μην μπορέσουν να τον σκοτώσουν.

Οι κεφαλλονίτικες κολόνιες Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς στην Κεφαλονιά, τα παιδιά βάζουν μια Άγιο-βασιλίτσα στην είσοδο του σπιτιού, για να φυλάει το σπίτι. Το μεσημέρι, οι Κεφαλλονίτισσες μαγειρεύουν τηγανίτες. Το ίδιο βράδυ, οι κάτοικοι στο Αργοστόλι πηγαίνουν στην εκκλησία κρατώντας κολόνιες με τις οποίες ραντίζουν ο ένας τον άλλο ενώ εύχονται καλή χρονιά. Στο γυρισμό, σπάνε στο κατώφλι ένα ρόδι και μετρούν τα σπόρια του. Κάθε σπόρος συμβολίζει και μια ευχή που θα πραγματοποιηθεί τη νέα χρονιά για την οικογένεια.

Τα Αγιοβασιλιάτικα καραβάκια Στην πόλη της Χίου την παραμονή της Πρωτοχρονιάς αναβιώνει το έθιμο των αγιοβασιλιάτικων καραβιών. Έτσι κάθε χρόνο οι ενορίες κατασκευάζουν πλοία σε σμίκρυνση. Μοιάζει μ’ ένα μικρό διαγωνισμό μεταξύ των ενοριών και συναγωνίζονται ως προς την ποιότητα κατασκευής και την ομοιότητά τους με τα’ αληθινά πλοία. Οι ομάδες κατασκευής, το πλήρωμα όπως τους αποκαλούν, γεμίζουν με τις φωνές τους κάθε ενορία, καθώς τραγουδούν τα κάλαντα όσο φτιάχνουν τα καράβια.

Τα δαιμονικά Στα Γρεβενά ανάβουν ένα μεγάλο κούτσουρο σε μια γωνιά από την παραμονή των Χριστουγέννων και η φωτιά καίει συνέχεια μέχρι τα Φώτα για να προστατεύει την οικογένεια από τα δαιμονικά

Οι τηγανίδες Στα χωριά έξω από τη Μάνη, πλάθουν και ψήνουν τις τηγανίδες, τα μανιάτικα λαλάγγια. Στο σοφρά ή σε κάποιο τραπέζι, η μητέρα και τα κορίτσια πλάθουν το έτοιμο ζυμάρι σε χοντρό μακαρόνι και το διπλώνουν στα τέσσερα.

Η ζύμη Σε χωριά της επαρχίας Αμαρίου, τη νύχτα της παραμονής των Χριστουγέννων βάζουν λίγη κοινή ζύμη σ’ ένα πιάτο και κάποια στιγμή, ενώ βεγγερίζουν (ξενυχτούσαν συζητώντας) περιμένοντας, η ζύμη ανέβαινε και γινόταν προζύμι. Τότε, κατά την πίστη των ανθρώπων, ήταν η ώρα που γεννάται ο Χριστός.

«Πάντρεμα της φωτιάς» Την παραμονή των Χριστουγέννων σε πολλά μέρη της Ελλάδας “παντρεύουν”, τη φωτιά. Παίρνουν δηλαδή ένα ξύλο με θηλυκό όνομα, π.χ. κερασιά και ένα με αρσενικό όνομα, συνήθως από αγκαθωτά δέντρα. Τα αγκαθωτά δέντρα, κατά τη λαϊκή αντίληψη, απομακρύνουν τα δαιμονικά όντα, όπως τους καλλικάντζαρους.

«Η γουρουνοχαρά» Ένα από τα σημαντικότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα της Θεσσαλίας είναι το σφάξιμο του γουρουνιού. Η προετοιμασία για το σφάξιμο του γουρουνιού γίνεται με εξαιρετική φροντίδα, ενώ ακολουθεί γλέντι μέχρι τα ξημερώματα, για να επαναληφθεί η ίδια διαδικασία την επόμενη και τη μεθεπόμενη μέρα. Τρεις-τέσσερις συγγενικές οικογένειες καθόριζαν με τη σειρά ποια ημέρα θα έσφαζε το γουρούνι της.

«Οι Μωμόγεροι» Στα χωριά Πλατανιά και Σιταγροί του Νομού Δράμας συναντάμε το έθιμο των Μωμόγερων, το οποίο προέρχεται από του Πόντιους πρόσφυγες. Η ονομασία του εθίμου έχει τις ρίζες της στις λέξεις μίμος ή μώμος και γέρος και συνδέεται με τις μιμητικές κινήσεις των πρωταγωνιστών. Αυτοί, φορώντας τομάρια άγριων ζώων ή ντυμένοι με στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά, έχουν τη μορφή γεροντικών προσώπων. Οι Μωμόγεροι, εμφανίζονται καθ’ όλη τη διάρκεια του δωδεκαημέρου των εορτών, και προσδοκώντας τύχη για τη νέα χρονιά, γυρίζουν σε παρέες στους δρόμους των χωριών και τραγουδούν ευχετικούς στίχους. Όταν δύο παρέες συναντηθούν, κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή.Παραλλαγές του ίδιου εθίμου, συναντώνται σε χωριά της Κοζάνης και της Καστοριάς, με την ονομασία Ραγκουτσάρια.

«Οι κολόνιες» Το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς, οι κάτοικοι γεμάτοι χαρά για τον ερχομό του νέου χρόνου, κατεβαίνουν στους δρόμους κρατώντας μπουκάλια με κολόνιες και ραίνουν ο ένας τον άλλον τραγουδώντας: “Ήρθαμε με ρόδα και με ανθούς να σας ειπούμε χρόνους πολλούς”. Η τελευταία ευχή του χρόνου που ανταλλάσσουν είναι: “Καλή Αποκοπή”, δηλαδή με το καλό να αποχωριστούμε τον παλιό χρόνο.
πηγή μας